-

Ο κύριος Γιάννης από την Τήλο που πρόσφερε τους κόπους μιας ζωής σε αυτούς που έχουν ανάγκη

Ελληνες
Επικαιρότητα

Αν υπάρχει ένας Έλληνας στην εποχή που ζούμε που να αξίζει να του βγάλεις το καπέλο, αυτός είναι ο κύριος Γιάννης Μανουσάκης από την Τήλο. Ο συνταξιούχος ναυτικός που έχει την προσφορά στο αίμα του, την μια μέρα πληρώνει το ενοίκιο κάποιου που δυσκολεύεται, την επόμενη τα φάρμακα κάποιου άλλου.

Παράλληλα αγοράζει ένα εξάρτημα 6.700 ευρώ για να λειτουργήσει ο τομογράφος στο νοσοκομείο, δίνει 37.400 ευρώ για την αγορά δυο κλινών ΜΕΘ με όλο τον εξοπλισμό, άλλα 10.000 ευρώ, για «να πιάσουν τόπο στην υγεία» και το αποκορύφωμα.. δωρίζει το σπίτι του στο Ορφανοτροφείο Θηλέων Ρόδου.

«Ήθελα τα χρήματα που μάζεψα από τη θάλασσα να πιάσουν τόπο, στο χώρο της υγείας. Και το σπίτι μου, εδώ στο Μεγάλο Χωριό της Τήλου, το 2011 το δώρισα στο Ορφανοτροφείο Θηλέων της Ρόδου, με συμβολαιογραφική πράξη να ‘ρχονται τα παιδιά και να μένουν όταν πεθάνω. Έκανα με τέτοιο τρόπο τη συμβολαιογραφική πράξη, ώστε να μην βρεθεί κανείς να το πουλήσει, να το χαίρονται τα παιδιά, αφού δεν κάναμε δικά μας τέκνα», έχει πει στην Ροδιακή.

Όλα αυτά χωρίς να περιμένει κανένα αντάλλαγμα. Χωρίς δεύτερες σκέψεις. Θέλοντας απλά να προσφέρει.

«Πολλές φορές, είμαι αλληλέγγυος, το ‘χω στο αίμα μου. Όπου υπάρχει πόνος, αρρώστια, έλλειψη χρημάτων, να δώσουν το ενοίκιο, να πάρουν τα φάρμακά τους. Πολλοί τα γυρίζουν πίσω, πολλοί δεν τα γυρίζουν.

Πηγαίνω και στους ηλικιωμένους κάθε εβδομάδα, τους κάνω παρέα, τους ρωτώ τι ανάγκη έχουν. Και δεν πειράζει, φτάνει να κάνω το καλό.

Η μάνα μου ήταν έτσι σε ένα χωριό της Σητείας, ο πατέρας μου γεωργός έβγαζε απ’ όλα, κι η μάνα μου η Δέσποινα, έδινε. Πηγαίνω και βοηθάω εθελοντικά τους αγρότες, τους τσοπάνηδες, μαθαίνω στους νέους τα μελίσσια. Κάνω τον καθηγητή, (γέλια) να γίνουν μελισσουργοί», λέει.

Όχι ότι ο Κύριος, με Κ κεφαλαίο, Γιάννης είναι πλούσιος. Τους κόπους μιας ζωής που μάζεψε δουλεύοντας 17 ολόκληρα χρόνια ως μάγειρας σε ποντοπόρα πλοία προσφέρει ανιδιοτελώς και με πολύ αγάπη ενώ ο ίδιος ζει με τη σύνταξη του ΝΑΤ μαζί με τη σύζυγό του, αποδεικνύοντας έτσι ότι τελικά, δεν χρειάζεται να είναι κανείς πλούσιος προκειμένου να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο.

«Μας φτάνουν να περάσουμε», λέει.

Τελευταία ο κ. Γιάννης αποφάσισε μετά τον θάνατο του ιδίου και της συζύγου του, πως ότι έχει θα γίνει κτήμα της κοινωνίας δείχνοντάς μας για ακόμη μια φορά το μεγαλείο της ψυχής του

Όπως έχει δηλώσει ο ίδιος: «Με θέληση γίνονται όλα. Όσο είμαι στη ζωή και υπάρχει η δυνατότητα, θα είμαι αρωγός».

Ακολουθεί η συνέντευξή του στην Ροδιακή:

Ήσασταν ναυτικός σε μεγάλα καράβια! Δύσκολα τα βγάλατε τα χρήματα για να τα δωρίζετε τώρα!

Ναυτικός στα ποντοπόρα πλοία, στους τρεις ωκεανούς: Ατλαντικό, Ινδικό, Ειρηνικό. Δεκαεπτά χρόνια. Ήμουνα α΄ μάγειρας. Κουρασμένος όμως θαλασσοδαρμένος, με την ψυχή στο στόμα ταξίδευα. Εγώ δεν έκανα εμετό, αλλά με χτυπούσαν στο κεφάλι οι φουρτούνες. Αν κάνεις εμετό, ξαλαφρώνεις. Είναι κάτι που δεν το συνηθίζει κανένας ναυτικός. Αλλά άντεξα.

Ζείτε με τη γυναίκα σας. Γιατί δεν κρατάτε τα χρήματά σας, είστε ακόμη στα 77 κι εκείνη μικρότερη.

Έχουμε τη σύνταξή μου του ΝΑΤ να περνάμε, κι εκείνης της έβγαλα του ΟΓΑ, αλλά δεν την πήρε ακόμη. Μας φτάνουν να περάσουμε.

Κι όλο το χέρι βάζετε στην τσέπη, όλο χρήματα μαθαίνω, δίνετε σε όποιον σας ζητά!

Πολλές φορές, είμαι αλληλέγγυος, το ΄χω στο αίμα μου. Όπου υπάρχει πόνος, αρρώστια, έλλειψη χρημάτων, να δώσουν το ενοίκιο, να πάρουν τα φάρμακά τους. Πολλοί τα γυρίζουν πίσω, πολλοί δεν τα γυρίζουν. Πηγαίνω και στους ηλικιωμένους κάθε εβδομάδα, τους κάνω παρέα, τους ρωτώ τι ανάγκη έχουν. Και δεν πειράζει, φτάνει να κάνω το καλό. Η μάνα μου ήταν έτσι σε ένα χωριό της Σητείας, ο πατέρας μου γεωργός έβγαζε απ΄ όλα, κι η μάνα μου η Δέσποινα, έδινε. Πηγαίνω και βοηθάω εθελοντικά τους αγρότες, τους τσοπάνηδες, μαθαίνω στους νέους τα μελίσσια. Κάνω τον καθηγητή, (γέλια) να γίνουν μελισσουργοί.

Μα, εσείς δίνετε πολλά! Πείτε μου πότε πήγατε και χτυπήσατε «πόρτα» στο νοσοκομείο της Ρόδου για να κάνετε δωρεά και τι σας είπαν;

Δεν είμαι ούτε ο Ωνάσης ούτε ο Σταύρος Νιάρχος. Δύο μήνες πριν, πήγα. Έφυγα από την Τήλο για τη Ρόδο, πήγα στην είσοδο του νοσοκομείου και είπα ότι θέλω να δώσω χρήματα. Μ’ αφήσανε να περάσω μέσα, μου λέει ο διοικητής ο κ. Ρουμάνης, τον ξέρετε. «Είστε πλούσιος;» « Όχι του λέω, ένας άνθρωπος συνηθισμένος είμαι. Τα είδαμε, τα μιλήσαμε, είδαμε τα προσπέκτους.

Για τον τομογράφο που δεν λειτουργούσε εσείς δώσατε τα 6.700 ευρώ για να αγοραστεί το εξάρτημα και τώρα λειτουργεί!

Ναι, ο τομογράφος είναι ανάμεσα στην αξονική και τη μαγνητική, ένα μηχάνημα μεγάλο που ξαπλώνεις και πάει από πάνω σου, Όχι αυτό που μπαίνεις μέσα! Είχε παρέλθει η εγγύηση. Πήγα την άλλη μέρα στην τράπεζα, έβγαλα τα χρήματα, το παρήγγειλαν, ήρθε και τώρα πια το μηχάνημα λειτουργεί.

Κι αμέσως μετά δώσατε άλλα 37.400 ευρώ για δύο κρεβάτια, με οξυγόνο και μόνιτορ…

Ναι, γερμανικής κατασκευής. Πήγα στην τράπεζα, ήρθαν κι αυτά. Με θέληση γίνονται όλα. Και τους είπα ότι όσο είμαι στη ζωή και υπάρχει η δυνατότητα, θα είμαι αρωγός.

Εξανεμίσατε τις οικονομίες μιας ζωής!

Θα κάνω κι εδώ στην Τήλο μια δωρεά, περίπου 10 χιλιάρικα που έχω γιατί εδώ με το παραμικρό τους στέλνουν στη Ρόδο, για θέματα υγείας.

Τι να πει κανείς για εσάς, δεν έχω λόγια!

Έ, μην το λέτε αυτό. Εγώ έτσι που μου μιλάνε όλοι τώρα αισθάνομαι σαν να κέρδισα λαχείο με 50 εκατ. ευρώ. Κι άλλοι τα κάνουν. Να, ήρθα στη Ρόδο για τα δόντια μου που τα φτιάχνω, για κάτι εμφυτεύματα και πήγα στον Βεργούλη. Μου λέει: «Εσύ είσαι που έγραψε η «Ροδιακή»; Από εμένα έχεις δυο δόντια, δωρεάν». Και άνθρωπος και καλός γιατρός.

Παρακολουθήστε συνέντευξη του κ. Γιάννη στην ΕΡΤ

(πληροφορίες για τη συγγραφή του κειμένου αντλήθηκαν από δημοσιεύματα της Ροδιακής).

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ